Πάντα ονειροπολούσα στο κατάστρωμα. Ένοιωθα πως η θάλασσα είναι μία μάνα, που με νανουρίζει. Είτε ήμουν σε ένα ανοικτό κατάστρωμα, είτε σε ένα πολυτελές σαλόνι ακτοπλοϊκού, είτε σε ένα ιστιοπλοϊκό ή σε μία βάρκα, ή ακόμη και σε ένα μικρό ταχύπλοο.
Πάντα ονειροπολούσα στο κατάστρωμα. Ίσως γιατί γεννήθηκα και μεγάλωσα στο μεγάλο λιμάνι του Πειραιά, το μεγαλύτερο της ανατολικής Μεσογείου. Το λίκνισμα στα ανοικτά καταστρώματα ή και στις άνετες καμπίνες, μου έδινε χώρο να ονειροπολήσω. Χωρίς το άγχος των αεροπορικών διαδρομών. Με άνεση, χαλαρότητα, άλλοτε με πολυτέλεια κι άλλοτε οικονομικά, χαζεύοντας την απεραντοσύνη της θάλασσας..
Ταξίδια από τον Πειραιά στα κοντινά νησιά κι αργότερα την Κρήτη και μετά από την Πάτρα ή την Ηγουμενίτσα στην Αγκόνα και τα άλλα νησιά της Μεσογείου… Να πάρεις το αυτοκίνητο από την Πάτρα, στο πλοίο απόγευμα και να φτάσεις την άλλη μέρα το μεσημέρι στην Αγκόνα. Να οδηγήσεις μέχρι τη Ρώμη, να κατέβεις στην Τσιβιταβέκια και να μπεις στο πλοίο για τη Σικελία. Μια διαφορετική εμπειρία ταξιδιού.
Η Μεσόγειος είναι πάντα η δική μας θάλασσα. Mare nostrum, που έλεγαν και οι Ρωμαίοι. Η θάλασσά μας. Η θάλασσα που υποδέχτηκε και εξάπλωσε τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Ή και αργότερα τον ρωμαϊκό, που έγινε ελληνορωμαϊκός πολιτισμός στο πέρασμα του χρόνου.
Η Μεσόγειος, η θάλασσα που έφερνε πάντα κοντά – αλλά και κοντά της – τόσους πολλούς και διαφορετικούς πολιτισμούς. Άλλοτε αγριεμένη, όπως κάποιοι λαοί στις ακτές της κι άλλοτε γαλήνια. Όπως οι λαοί της Μεσογείου που ζήσανε πολλές φορές αρμονικά και ειρηνικά.
Σε πολλά πλοία, σε πολλά ταξίδια, δίπλα στα μπαρ, άκουγα παλιά ένα τρανζίστορ να παίζει μελωδίες. Τώρα, ένα ηχείο ηλεκτρονικό ή τα ακουστικά του κινητού μου «μπουστάρουν» πιο σύγχρονες μουσικές.
Ακούω το «μες τη Μεσόγειο» του Ζορζ Μουστακί και «γλαρώνω». Ειρηνικά και νηφάλια. Το νοιώθω, σε λίγο θα με πάρει ο ύπνος. Αλλά επίσης νοιώθω, ότι τώρα που θα κοιμηθώ, θα δω όντως όνειρα γλυκά.
Μες στη Μεσόγειο…
Είναι καλοκαίρι. Ζέστη. Αλλά μία θαλάσσια αύρα κάνει τον ύπνο μου αλλά και τα όνειρά μου ακόμη πιο γλυκά. Μέσα σ’ αυτή τη νιρβάνα δεν ξέρω ποια διαδρομή να ακολουθήσω πρώτη. Όλες και όλα μπερδεύονται γλυκά. Αφήνω κι εγώ τα όνειρα και τις εικόνες να μπερδευτούν.
Δεν ξέρω αν είναι REM – δεν είναι κι ο Φρόιντ εδώ κοντά για να ερμηνεύσει τα όνειρά μου στο κατάστρωμα. Άλλωστε τα όνειρα, φεύγουν κι έρχονται χωρίς αρχή, μέση και τέλος.
Σαν τον ομφαλό της γης. Την mare nostrum. Τη θάλασσά μας με τα κύματά της. Τη θάλασσα με τα κύματα των λαών της, που άλλοτε έρχονται κοντά κι άλλοτε μαλώνουν.
Ξεπερνάω το υποσυνείδητο άγχος: Αύριο πρέπει να παραδώσω κείμενο. Κλείνει η ύλη. Το περιοδικό πρέπει να πάει στο πιεστήριο. Φωνάζει ο αρχισυντάκτης! «Αδιαφορώ» λέω στο όνειρό μου.
Η θάλασσα τώρα με ταξιδεύει στις λεωφόρους της. Το όνειρο διώχνει την απειλή του μικρού αυτού εφιάλτη. Αφήνομαι στην ευσπλαχνική χαύνωση της.
Το καλοκαίρι εκεί δεν τρέμει τον καιρό, μες τη Μεσόγειο, τραγουδάει ο Ζορζ Μουστακί, το ποίημα του Δημήτρη Χριστοδούλου.
Δεν ξέρω αν είναι οι μηχανές που δαμάζουν τα κύματα. Ή εάν τα κύματα χαϊδεύουν τις μηχανές. Τα όνειρα με πάνε πάντα γλυκά παντού.
Φαντάσου…
Και το όνειρο ζωντανεύει… Ο ποιητής μου ξαναλέει πως μπορώ να βρω τις διαδρομές, γιατί χιλιάδες, εκατομμύρια άνθρωποι, εδώ και αιώνες πηγαίνουμε κι ερχόμαστε μες τη Μεσόγειο. Έτσι προχωράμε.
Σαν να υπάρχει είναι ένας αόρατος μίτος που μας οδηγεί από το ένα λιμάνι στο άλλο. Μια ασημένια κλωστή που μέσα από τα κύματα του Αιγαίου με ταξιδεύει από την Αθήνα και τον Πειραιά, στην Κρήτη, εκεί, όπου μια Αριάδνη με τον μίτο της θα με οδηγήσει στην έξοδο του Λαβύρινθου, θα μου επιτρέψει να επιστρέψω στο λιμάνι μου..
Μες στη Μεσόγειό μας…
Πρώτα ο Όμηρος έγραψε για τη θάλασσά μας. Κι ο άλλος μεγάλος ποιητής – έχουμε πολλούς οι Έλληνες – δεν έγραψε πως «είναι ωραίο το ταξίδι»; Άλλοτε από την Ηγουμενίτσα στο Πρίντεζι, από το Σαλέρνο στο Παλέρμο, από τη Νάπολη στο Κάλιαρι, από την Τσιβιταβέκια μέχρι την Βαρκελώνη και από τον Πειραιά στο Ηράκλειο.
Μα τι είναι η θάλασσά μας; Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα; Η θάλασσα, που άλλες φορές τα κύματά της με φέρνανε στις ακτές του Ομήρου και άλλες στου Ελύτη τις ακρογιαλιές. Επιστημονικά μιλώντας, ο Henry Laurens και ο Matthieu Rey σημειώνουν πως η λέξη και μόνον «Μεσόγειος», της προσδίδει εκ προοιμίου έναν πολιτικό ρόλο. Δεν είναι μόνο λίκνο ενός γεωγραφικού χώρου με πολλές ενδείξεις ομοιογένειας. Η Μεσόγειος, που την ταξιδεύουμε τόσους αιώνες, από μόνη της χαράσσει μονοπάτια σκέψης σχετικά με την κατάσταση σ’ αυτό το θαλάσσιο σταυροδρόμι. Αλλά και ο Fernand Braudel γράφει για τη Μεσόγειο, το χώρο και την ιστορία της, πως τα καράβια αρμενίζουν, τα κύματα επαναλαμβάνουν το τραγούδι τους, οι αμπελουργοί κατηφορίζουν στη γενοβέζικη Ριβιέρα, στην Ελλάδα τινάζουν τα δέντρα για να πέσουν οι ελιές, στη Τζέρμπα ψαράδες τραβούν τα δίχτυα τους και οι καραβομαραγκοί προσπαθούν να φτιάξουν, λέω εγώ, τις βάρκες τους όπως με εκείνες του χθες.
Μία γιρλάντα από μικρά λιμάνια, που συνήθως στηρίζονται στα βουνά, ή βρίσκονται πάνω σε χερσονήσους, ή σε νησάκια τα οποία λες και θέλουν να διαχωρίσουν τη θέση τους από μία εχθρική, ηπειρωτική χώρα.
Αυτή είναι η Μεσόγειος κι αυτή προσφέρουν σε εκατομμύρια τουρίστες οι «θαλάσσιοι αυτοκινητόδρομοι». Γιατί είναι η θάλασσά μας. Γιατί όπως λέει σωστά ένας φίλος, «όλα είναι θάλασσα». Και έχει δίκιο.
Καθώς γυρίζουμε σε αυτή τη θάλασσα και τα νησιά μας, αφήνουμε τα όνειρά μας να μας ταξιδεύουν. Μες τη Μεσόγειο…