Portnet – Ειδήσεις Πειραιά
kalph diafanh
Λοξη Ματια

Κερδισμένοι και χαμένοι των Ευρωεκλογών

Του Μιχάλη Γιατράκου

Το μήνυμα των ευρωεκλογών προς τα κόμματα δείχνει να είναι πιο καθαρό από ποτέ. Κακή διακυβέρνηση της χώρας, ανύπαρκτη εναλλακτική πρόταση και κανείς δεν πείθει πως ερχόμενος στην εξουσία θα βελτιώσει το παραμικρό. Ίσα ίσα, πάντα ελλοχεύει ο κίνδυνος μιας πιο κακής, στην σκέψη των πολιτών από τη σημερινή, διακυβέρνησης. Και αν κάποιος νομίζει και ίσως μοιάζει να έχει πάρει θετικό και αισιόδοξο για αυτόν μήνυμα από την κάλπη, ας ανασύρει στη μνήμη του το λαϊκό ρητό για το ποιος χαίρεται στην αναμπουμπούλα. Εξάλλου σε αυτές τις εκλογές αυτός ο κάποιος έχει κάνει το λάθος που ίσως αποβεί καθοριστικό για την πορεία του στον πολιτικό στίβο.

Να την ψηφίσει κάτι λιγότερο από το 2% του εκλογικού σώματος χρειαζόταν επιπλέον η Ν.Δ ώστε θεωρητικά να έχει πετύχει απόλυτα τον στόχο της στις ευρωεκλογές. Αν είχε συμβεί αυτό, το σχετικά και φαινομενικά απλό, θα την ευνοούσε πραγματικά; Η απόσταση, από την θεωρητικά προσδοκώμενη επιτυχία, στην πραγματικότητα ήταν πολύ μικρή. Τα προβλήματα καθημερινότητας που έχουν οι Έλληνες πολίτες, ευθύνη για τα οποία φέρει η κυβερνητική πολιτική, είναι όμως εδώ και είναι υπαρκτά και τα βιώνουμε όλοι. Αυτό που θα είχε συμβεί, θα ήταν απλώς να έχει κρυφτεί η «σκόνη» αυτών των προβλημάτων κάτω από το χαλί, όλοι θα ήταν χαρούμενοι και ενδεχομένως δεν θα γίνονταν όλα όσα τώρα θα γίνουν προς την κατεύθυνση βελτίωσης της κατάστασης. Ακόμη και στην περίπτωση που ενδεχομένως η ηγεσία αντιλαμβανόταν το πρόβλημα, θα ήταν δύσκολο να πείσει και να περάσει το μήνυμα στο σύνολο των κυβερνητικών στελεχών και βουλευτών για το πως το εκλογικό σώμα στέκεται απέναντι στην διαμορφωμένη κατάσταση και ποια η άποψη αυτού για την κυβέρνηση και το έργο της. Υπό αυτή την έννοια μάλλον το αποτέλεσμα ευνόησε την κυβερνώσα παράταξη προκειμένου να λάβει το «μήνυμα» στις πραγματικές του διαστάσεις, καθώς έχει 3 χρόνια μπροστά της για να λειτουργήσει με τρόπο που θα δράσει προς όφελος των πολιτών και αυτοί θα διαμορφώσουν άλλη οπτική απέναντί της.

Τα δύο κόμματα που διεκδίκησαν το ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης πήραν ένα σαφές κι όχι ευνοϊκό για αυτά μήνυμα.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ κινήθηκε μέτρια, μένοντας στα ίδια πάνω κάτω επίπεδα με κάποια πισωγυρίσματα σε σχέση με τις δύο προηγούμενες αναμετρήσεις, μετά το άλμα που έκανε στις εθνικές εκλογές του Μαΐου του 2023 σε σχέση με αυτές του 2019. Και όχι μόνο αυτό αλλά αντίθετα σημείωσε πτώση ποσοστιαία σημαντική από αναμέτρηση σε αναμέτρηση, που μάλιστα δεν δικαιολογείται επαρκώς στις ευρωεκλογές για κάποιον που θέλει στο άμεσο μέλλον και να έχει βλέψεις εξουσίας. Πιο συγκεκριμένα, ενώ τον Μάιο του 2023 σημείωσε μια άνοδο κοντά στο 50% της δύναμής του (47,8%) σε σχέση με τον Ιούλιο του 2019, τον Ιούνιο του 2023 είχε μια μικρή πτώση κατά 8,7%, ενώ στις ευρωεκλογές η πτώση ήταν 17,7%. Έχει δε χάσει 1 στους 4 ψηφοφόρους στις πρόσφατες εκλογές, σε σχέση με αυτές του Μαΐου του 2023. Το γεγονός πως υπήρχε μεγάλη αποχή δεν δικαιολογεί αυτή την πτώση για ένα κόμμα που στοχεύει στην εξουσία, καθώς αυτός ο παράγοντας αντισταθμίζεται από το γεγονός πως αυτές καθαυτές οι ευρωεκλογές ευνοούν σημαντικά την αντιπολίτευση όταν η κυβέρνηση μάλιστα είναι σε μεγάλη πτώση.
Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α συνέχισε την εκλογική ελεύθερη πτώση που ξεκίνησε από τον προηγούμενο Μάιο του 2023. Μάλιστα σε αυτές τις εκλογές, κόντρα στο σύνηθες, που είναι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να ευνοείται και να βελτιώνει τη θέση του στο πολιτικό σύστημα σε σχέση με το κυβερνών κόμμα, είχε την μεγαλύτερη πτώση ως κόμμα από την μέρα της ίδρυσής του έως και σήμερα. Πιο συγκεκριμένα ενώ τον Μάιο του 2023 έχασε 1 στους 3 ψηφοφόρους σε σχέση με τις εκλογές του 2019 (πτώση 33,5%,) η πτώση συγκρατήθηκε στο 21,5% από τον Μάιο έως τον Ιούνιο του 2023, ενώ στις ευρωεκλογές πήρε τη μέγιστη τιμή της φτάνοντας στο 36,2%. Σε σχέση δε, με τις εκλογές του Ιουλίου του 2019 όταν ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α έχασε την κυβέρνηση, η πτώση σε ψήφους ανέρχεται στο 66,7% της δύναμής του. Δηλαδή 5 χρόνια από την ημέρα που ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α έγινε αξιωματική αντιπολίτευση έχει χάσει 2 στους 3 ψηφοφόρους του ακριβώς. Τώρα αν αυτές τις τιμές κάποιος ή κάποιοι τις μεταφράζουν ως μήνυμα του εκλογικού σώματος «προχώρα και εμείς σε στηρίζουμε να πάρουμε την εξουσία» και πράττουν και επικοινωνούν, υπό αυτή την ερμηνεία και λογική, με το εκλογικό σώμα μετεκλογικά, αυτό είναι δικαίωμά τους. Ίσως να αντιλαμβάνονται πράγματα και καταστάσεις που ο κοινός νους αδυνατεί να πράξει. Το περίεργο πάντως δεν είναι σε μια εκλογική αναμέτρηση το εκλογικό σώμα, ιδιαίτερα όταν η ψήφος είναι χαλαρή, να αποδοκιμάζει την κυβέρνηση. Αυτό συμβαίνει συχνά. Όταν την ίδια στιγμή αποδοκιμάζει και την αξιωματική αντιπολίτευση, τότε το πράγμα γίνεται περίεργο για αυτή την αντιπολίτευση.

Πολύ συζήτηση γίνεται για την ιδεολογική αυτοτοποθέτηση των πολιτών και πως τα κόμματα πρέπει να δράσουν σε σχέση με αυτή προκειμένου να προσελκύσουν όσο το δυνατό περισσότερους ψηφοφόρους. Εδώ υπάρχει ένας μεγάλος μύθος γύρω από τον «ιδεολογικό χώρο του κέντρου.» Στην πραγματικότητα υπάρχουν δεξιοί ψηφοφόροι και αριστεροί ψηφοφόροι οι οποίοι πρεσβεύουν συγκεκριμένες πολιτικές ιδεολογίες. Σε αυτούς μπορεί κάποιος να προσθέσει τους κεντροδεξιούς και τους κεντροαριστερούς για να χαρακτηρίσει αυτούς που ναι μεν ανήκουν σε συγκεκριμένο πολιτικό ιδεολογικό χώρο, αλλά αυτό δεν κατευθύνει από μόνο του την ψήφο τους και ανάλογα με τις περιστάσεις και τη δράση του κόμματος που ψηφίζουν μπορεί και να την αλλάξουν. Την ψήφο τους επίσης αλλάζουν, αλλά κυρίως για ιδεολογικούς λόγους, οι δεξιοί και οι αριστεροί ψηφοφόροι. Αυτές δε τις κατηγορίες ψηφοφόρων είναι πιο δύσκολο να τις επαναπατρίσει ένα κόμμα. Πολιτικοϊδεολογικός «κεντρώος χώρος» και το πως υπάρχει αυτός είναι κάτι που χωράει πολύ συζήτηση. Αποτελεί κυρίως, ο κεντρώος χώρος, ένα εργαλείο στα χέρια των ερευνητών κοινής γνώμης για να κατατάξουν και να ομαδοποιήσουν τους ψηφοφόρους αυτούς που δεν ταυτίζονται ιδεολογικά ούτε με τη μια ούτε με την άλλη πλευρά. Αυτοί είναι κυρίως πολίτες μετριοπαθείς, οι οποίοι μακριά από ιδεολογικές «αγκυλώσεις» δίνουν ιδιαίτερο βάρος στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, ζητούν προτάσεις για αυτά και λύσεις ρεαλιστικές και την ψήφο τους τη δίνουν σε αυτούς που πιστεύουν πως θα τους δώσουν τις καλύτερες δυνατές λύσεις. Φυσικά δεν τους προσεγγίζεις με μηνύματα του τύπου «είμαστε το κόμμα του μεσαίου χώρου,» «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει δεξιά» και άλλα εφευρήματα «επικοινωνιολογικά.»

Στις μετρήσεις οι «κεντρώοι» ψηφοφόροι κυμαίνονται από το 30% έως 40% του ενεργού εκλογικού σώματος. Σε περιόδους μεγάλης συμμετοχής στις εκλογές πλησιάζουν το άνω όριο, ενώ σε αυτές της αποχής κινούνται σε πιο χαμηλές τιμές. Φυσικά το κόμμα που σε μια εκλογική αναμέτρηση θα συγκεντρώσει πάνω από το 30% των ψηφοφόρων αυτού του χώρου, ποσοστιαία βρίσκεται σε επίπεδα διεκδίκησης της εξουσίας. Οι κεντροαριστεροί ψηφοφόροι μόλις που ξεπερνούν το 15% του εκλογικού σώματος, λίγο λιγότεροι είναι οι κεντροδεξιοί, ενώ οι αριστεροί μετριούνται κοντά στο 10% και οι δεξιοί στο 20% του ενεργού εκλογικού σώματος.

Αρκετή κουβέντα αναπτύσσεται σχετικά με την άνθιση της ακροδεξιάς στη χώρα. Η ακροδεξιά χαρακτηρίζεται από ξενοφοβία, ομοφοβία που φτάνουν στα όρια του τραμπουκισμού και θρησκοληψία που πλησιάζει την μισαλλοδοξία. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει ακροδεξιά με την κοινώς αποδεκτή έννοια του όρου. Και αν υπήρξε, αυτή τελείωσε με την φυλάκιση των μελών της Χρυσής Αυγής. Κάποιοι βέβαια αντλούν τις περισσότερες από τις ψήφους τους από τον χώρο της απόλυτης δεξιάς, προνομιακό χώρο για τη Νέα Δημοκρατία και για αυτό τα κόμματά τους είθισται να λέγεται πως βρίσκονται δεξιά αυτής χωρίς ίσως να συμβαίνει πραγματικά αυτό. Μάλλον είναι τόσο δεξιά όσο και ένα μέρος των παραδοσιακών ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας. Και από αυτά τα κόμματα πραγματικά δεξιό δείχνει να είναι μόνο το κόμμα της Αφροδίτης Λατινοπούλου, το οποίο μελλοντικά ίσως να αποτελέσει έναν ισχυρό αντίπαλο – πονοκέφαλο για το κυβερνών κόμμα, ενώ τα άλλα δύο μάλλον, αν και προσωρινά προσελκύουν αρκετούς δεξιούς ψηφοφόρους, δεν θα μπορούσε να τα χαρακτηρίσει κανείς με σαφήνεια ως δεξιά κόμματα. Το ένα εκμεταλλεύεται το θρησκευτικό συναίσθημα ηλικιωμένων και απλοϊκών κυρίως ανθρώπων, ενώ το άλλο είναι παντός καιρού, έχει λύσεις για όλους και για όλα, επί το πλείστο μακριά από την πραγματικότητα και το εφικτό, ασκεί κατά βάση πολιτική κατηγορώντας τους πάντες και τα πάντα στον πολιτικό στίβο και ίσως το μέλλον του προοιωνίζεται αβέβαιο.

Μετά τις ευρωεκλογές το πολιτικό τοπίο έγινε πιο θολό από ποτέ. Η κυβέρνηση έχει πολύ δουλειά μπροστά της και απαιτείται να παράξει αρκετό και σημαντικό έργο τα επόμενα χρόνια. Βέβαια έχει πολύ χρόνο και σχεδόν μια ολόκληρη θητεία μπροστά της. Η αντιπολίτευση έχει πολύ δρόμο να διανύσει για να επικοινωνήσει με τον κατάλληλο τρόπο με το εκλογικό σώμα και να γίνει γόνιμη ώστε να ωφεληθεί από αυτό. Και κάτι πολύ σημαντικό. Στην πολιτική 14,92 + 12,79 δεν ισούται απαραίτητα με 27,71. Κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, προσώπων και γενικότερου πολιτικού κλίματος, το άθροισμα είναι σημαντικά μικρότερο.