Portnet – Ειδήσεις Πειραιά
Ελεύθερο Βήμα

Η Οικονομία θα υποχρεώσει τον Τραμπ να επιβάλει την Ειρήνη στον πόλεμο της Ουκρανίας – του Δημήτρη Σκουτέρη

Μέρος της διεθνούς κοινότητας παρακολουθεί με αγωνία τις νέες εξελίξεις στο ουκρανικό μέτωπο, όχι μόνο στρατιωτικές, αλλά και διπλωματικές. Η θέση του Τραμπ για μια λύση στο Ουκρανικό και η άμεση πίεσή του προς τις ευρωπαϊκές δυνάμεις να αυξήσουν δραστικά τη δαπάνη άμυνας τους, αποτελεί ένα από τα κεντρικά πολιτικά αφηγήματα.

Πίσω από τις γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις, ωστόσο, το Center for Freedom and Prosperity (CFP) προβάλλει μια βαθιά οικονομική ανάλυση που επιχειρηματολογεί υπέρ της ειρήνης, με βάση τα σκληρά οικονομικά δεδομένα. Η έκθεσή τους, με τίτλο “The Economic Reason Why Trump Is Right To Push for Peace in Ukraine”, εστιάζει στο τεράστιο οικονομικό κόστος του πολέμου και στα οφέλη μιας πολιτικής επίλυσης.

Το Αστρονομικό Κόστος του Πολέμου

Το κεντρικό επιχείρημα της αναφοράς του CFP είναι απλό και κατηγορηματικό: ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει μετατραπεί σε μια δραματικά δαπανηρή επιχείρηση για τον Αμερικανό φορολογούμενο. Η ανάλυση υπογραμμίζει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δαπανήσει πάνω από 100 δισεκατομμύρια δολάρια σε βοήθεια για την Ουκρανία, ένα ποσό που ξεπερνά τον αμερικανικό εθνικό προϋπολογισμό για πολλούς κρίσιμους εγχώριους τομείς, όπως την έρευνα για τον καρκίνο ή τα προγράμματα κατά της φτώχειας. Αυτή η ροή κεφαλαίων, όπως σημειώνεται, δεν είναι απλώς ένας αριθμός στον Ομοσπονδιακό Προϋπολογισμό. Πρόκειται για πόρους που αποσπώνται από εξυπηρέτηση εσωτερικών αναγκών και υποχρεώσεων, αυξάνοντας έμμεσα το δημόσιο χρέος και την πιθανότητα μελλοντικών φορολογικών επιβαρύνσεων.

Η έκθεση εστιάζει ιδιαίτερα στην έννοια των “κρυφών κοστολογήσεων”. Το κονδύλι των 100 δισεκατομμυρίων, για παράδειγμα, αντιπροσωπεύει μόνο την άμεση νομισματική βοήθεια και στρατιωτικό υλικό. Ωστόσο, εκτός τούτου αποκρύπτονται οι συνέπειες από την επιβολή κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Οι κυρώσεις αυτές, αν και άμεσα αποσκοπούν στην πίεση της ρωσικής οικονομίας, έχουν παγκόσμιες συνέπειες. Μην λησμονούμε ότι η παγκόσμια οικονομία όχι μόνο δεν έχει ουσιώδη στεγανά, αλλά λειτουργεί ως σύστημα συγκοινωνούντων δοχείων.

Η διατάραξη της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας, για παράδειγμα, ενέτεινε παγκοσμίως τις πληθωριστικές πιέσεις, ιδίως στις τιμές των ενεργειακών πόρων και των τροφίμων, πλήττοντας τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις τόσο στις ΗΠΑ ,όσο και στην Ευρώπη.

Το κόστος του πολέμου για τις επιχειρήσεις

Κάποιοι, οικονομικά αναλφάβητοι, θεωρούν ότι η επιβολή των κυρώσεων αφορά μόνον την Ρωσία, ίσως και ορισμένες χώρες που εξακολουθούν να συνεργάζονται. Τους ενημερώνουμε ότι οι συνέπειες των κυρώσεων αφορούν και δυτικές επιχειρήσεις. Ιδού λοιπόν ενδεικτικά παραδείγματα:

η BP κατέγραψε ζημία 25,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων μετά την εκποίηση του μεριδίου της στη ρωσική κρατική πετρελαϊκή εταιρεία Rosneft. Η Uniper, μια γερμανική ενεργειακή εταιρεία, την οποία η Ρωσία ουσιαστικά εθνικοποίησε, υπέστη ζημία 22 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Fortum, μια φινλανδική ενεργειακή εταιρεία, κατέγραψε ζημία 4,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Ας δούμε και το κόστος που πλήρωσαν επιχειρήσεις με έδρα τις ΗΠΑ:

Η JP Morgan Chase μετά το 2022, υπέστη απομείωση 1 δις δολαρίων στα ρωσικά περιουσιακά της στοιχεία.

BlackRock. Τον Μάρτιο του 2022, τα επενδυτικά κεφάλαια της BlackRock υπέστησαν απομείωση 17 δις δολαρίων στις συμμετοχές τους σε ρωσικούς τίτλους.

Exxon Mobil. Υπέστη ζημία 4 δισ έως 4,6 δισ δολαρίων από την επένδυσή της στο πετρελαϊκό έργο Sakhalin-1 στη Ρωσία. Μετά το 2022, σύμφωνα με δημοσιεύματα του Τύπου, η Exxon Mobil έχει ξεκινήσει μυστικές συνομιλίες με την κρατική πετρελαϊκή εταιρεία της Ρωσίας για την επάνοδο της στη ρωσική αγορά.

Mc Donald’ s. Πριν το 2022, οι ρωσικές και ουκρανικές δραστηριότητες απέφεραν το 9% των παγκόσμιων εσόδων της Mc Donald’ s και το 3% των καθαρών κερδών της. Τον Οκτώβριο του 2022, η Mc Donald’ s κατέγραψε ζημία 1,2 έως 1,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων από την πώληση των ρωσικών δραστηριοτήτων της.

Boeing. Η Boeing υπέστη ζημίες από περισσότερες από 90 παραγγελίες εμπορικών αεροσκαφών από ρωσικές αεροπορικές εταιρείες που τέθηκαν σε εκκρεμότητα και την κατάσχεση και δήμευση εκατοντάδων μισθωμένων αεροσκαφών Boeing από τη ρωσική κυβέρνηση. Η Boeing αφαίρεσε την πρόβλεψή της για 1.540 πωλήσεις αεροσκαφών στη Ρωσία και τις χώρες της Κεντρικής Ασίας, αξίας 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων έως το 2040 από την παγκόσμια πρόβλεψή της λόγω πολιτικής αβεβαιότητας.

IBM. Μετά το 2022, η IBM ανέστειλε τις δραστηριότητές της στη Ρωσία και κατέγραψε ζημία 300 εκατομμυρίων δολαρίων.

Οικονομικοί Κίνδυνοι για το Δολάριο ως αποθεματικό Νόμισμα

Ένας από τους πιο υποτιμημένους κινδύνους της συνεχιζόμενης σύγκρουσης είναι ότι δίνει στα ξένα έθνη ένα ολοένα και μεγαλύτερο κίνητρο να υπονομεύσουν τον ρόλο του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος.

Βεβαίως πολλές χώρες κατέχουν ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου ως μέρος των συναλλαγματικών τους αποθεματικών, επειδή το δολάριο είναι το κυρίαρχο αποθεματικό νόμισμα. Εάν το δολάριο έχανε αυτόν τον ρόλο, οι ξένες κεντρικές τράπεζες και οι επενδυτές θα κατείχαν λιγότερα ομόλογα. Με λιγότερη ζήτηση, οι τιμές των αμερικανικών ομολόγων θα μειωνόταν και τα επιτόκια θα αυξάνονταν. Οι υψηλότερες αποδόσεις των ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου θα διαχέονταν σε όλη την οικονομία, αυξάνοντας:

  • Επιτόκια στεγαστικών δανείων
  • Κόστος δανεισμού επιχειρήσεων
  • Επιτόκια πιστωτικών καρτών και δανείων

Αυτό θα έκανε τη χρηματοδότηση πιο ακριβή για τους καταναλωτές, τις επιχειρήσεις και την κυβέρνηση και θα αύξανε δραματικά τα δημοσιονομικά προβλήματα της Αμερικής.

Η Ευρώπη ανάμεσα στην Ασφάλεια και την Οικονομική Κρίση

Η θέση του CFP αναδεικνύει ένα εμφανές παράδοξο: ενώ η Ευρώπη είναι γεωγραφικά και γεωστρατηγικά ο πρωταγωνιστής στην κρίση, η Ουάσιγκτον έχει αναλάβει το μεγαλύτερο μέρος του οικονομικού βάρους. Η έκθεση υποστηρίζει ότι αυτό έχει δημιουργήσει μια ετεροβαρή εξάρτηση, «επιτρέποντας» σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες να μην αναβαθμίσουν επαρκώς τις άμυνές τους, παραβιάζοντας συνεχώς τους στόχους δαπανών του ΝΑΤΟ. Η πολιτική του Τραμπ, που απειλεί με την απόσυρση της αμερικανικής υποστήριξης από χώρες που παραβιάζουν πχ τους στόχους δαπανών για το ΝΑΤΟ όχι ως εχθρική πράξη, αλλά ως ένα “σοκ θεραπείας” για να αναγκάσει την Ευρώπη να αναλάβει την ευθύνη για την ίδια της την ασφάλεια.

Αυτή η μετατόπιση, σύμφωνα με την ανάλυση, δεν ωφελεί μόνο τις ΗΠΑ, αλλά και την ίδια την Ευρώπη.

Τα οφέλη της Ειρήνης και για τις Αμερικανικές Επιχειρήσεις

Η επιστροφή στην ειρήνη θα απελευθέρωνε σημαντικά οφέλη και για τις αμερικανικές επιχειρήσεις, τα οποία έχουν πληγεί από την έμμεση, αλλά βαθιά, οικονομική αναταραχή. Αυτά τα οφέλη μπορούν να συνοψιστούν σε τρεις βασικούς άξονες:

  • Μείωση Πιέσεων Πληθωρισμού και Κόστους Λειτουργίας
  • Η Αποκατάσταση και Διεύρυνση των Διεθνών Αγορών
  • Επιστροφή σταθερότητας και επενδύσεων

Αντί επιλόγου

Η αξία της ανάλυσης του Center for Freedom and Prosperity έγκειται ακριβώς στο ότι αποκαθιστά το κέντρο βάρους της συζήτησης από τα καθαρά γεωπολιτικά αφηγήματα και την εστιάζει στα οικονομικά δεδομένα. Υπενθυμίζει σε όλους ότι ο πόλεμος δεν έχει μόνο ανθρώπινο, αλλά και βαθύτατα οικονομικό κόστος που πλήττει τους απλούς πολίτες, τις επιχειρήσεις, τις κοινωνίες σε όλο τον δυτικό κόσμο.

Ανεξάρτητα από το ποιος έχει το γεωστρατηγικό πλεονέκτημα, η Έκθεση του Center for Freedom and Prosperity λειτουργεί ως μια ψυχρή αφύπνιση για τα οικονομικά οφέλη που μπορεί να προκύψουν από την επιστροφή της Ειρήνης. Στο τέλος, το ερώτημα που θέτει είναι πρακτικό: μπορεί η Δύση να συνεχίσει να χρηματοδοτεί έναν πόλεμο αορίστου χρόνου με οικονομικά μέσα που είναι περιορισμένα, ή η αναζήτηση της ειρήνης, είναι και οικονομική αναγκαιότητα;

Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα καθορίσει όχι μόνο το τέλος της σύρραξης, αλλά και τ0 οικονομικό μέλλον ιδίως των δυτικών κοινωνιών.

*Ο Δημήτρης Σκουτέρης είναι πολιτικός αναλυτής
*από το militaire.gr