ΣτΕ: 50.000 υπέρ Λιμενικών για τα αναδρομικά!

limeniko gynaika

Πρόστιμο 50.000 υπέρ της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Προσωπικού Λιμενικού Σώματος (ΠΟΕΠΛΣ) επέβαλε στο υπουργείο Οικονομικών το Συμβούλιο της Επικρατείας για την μη καταβολή αναδρομικών που έχουν επιδικαστεί σε Λιμενικούς!

Η απόφαση αφορά το συνολικό ποσό των 200.000 ευρώ, που υποχρεούται να καταβάλλει το υπουργείο Οικονομικών ως αποζημίωση στην Πανελλήνια Ομοσπονδία Αστυνομικών
Υπαλλήλων, στην Πανελλήνια Ομοσπονδία Αξιωματικών Αστυνομίας, στην Ένωση
Στρατιωτικών Περιφέρειας Αττικής και στην Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων  Προσωπικού Λιμενικού Σώματος λόγω της μη συμμόρφωσης του προς τις  τελεσίδικες και αμετάκλητες αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκριναν αντισυνταγματικές τις αναδρομικές περικοπές των αποδοχών των στρατιωτικών όλων των Σωμάτων.

Με την κάθε μια από τις τέσσερις αποφάσεις της η τριμελής Επιτροπή Συμμόρφωσης του ΣτΕ υποχρεώνει το υπουργείο Οικονομικών να καταβάλλει σε
κάθε μια από τις τέσσερις Ομοσπονδίες των ενστόλων το ποσό των 50.000 ευρώ.

Υπενθυμίζεται ότι η Ολομέλεια του ΣτΕ πριν από ένα χρόνο έκρινε ομόφωνα με την αριθ. 2196/14 απόφαση της, ότι οι αναδρομικές από 01 Αυγούστου
2012 περικοπές των αποδοχών μας είναι αντισυνταγματικές και υποχρέωσε την Κυβέρνηση να καταβάλει αναδρομικά τις διαφορές των αποδοχών τους και να επαναφέρει το μισθολόγιο στο παλαιό καθεστώς.

Πλην όμως η απόφαση αυτή δεν έγινε σεβαστή από την τότε κυβέρνηση με αποτέλεσμα νέας προσφυγής στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά της μη
συμμόρφωσης της Κυβέρνησης και ειδικά του υπουργείου Οικονομικών στις αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ.

Τον περασμένο Δεκέμβριο η τριμελής Επιτροπή Συμμόρφωσης του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν δέχθηκε τα κυβερνητικά επιχειρήματα κρίνοντας ότι οι κυβερνητικές διαβουλεύσεις με την τρόικα δεν συνιστούν νόμιμο εμπόδιο για την συμμόρφωση προς την απόφαση της Ολομέλειας του συμβουλίου της Επικρατείας για τους ενστόλους, αλλά ούτε σημαίνει ότι δεν μπορούσε η Κυβέρνηση να δρομολογήσει τη διαδικασία της επιστροφής των αποδοχών και την αποκατάσταση του μισθολογίου τους. Ως εκ τούτου τέθηκε προθεσμία δύο μηνών στο υπουργείο Οικονομικών για να συμμορφωθεί προς τις αμετάκλητες απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ.

Παρά ταύτα το υπουργείο Οικονομικών δεν συμμορφώθηκε απόλυτα προς τις επίμαχες αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ, αλλά με το νόμο 4307/2014 και σχετικές υπουργικές αποφάσεις πρόεβη σε μερική προσαρμογή ως προς τις αναδρομικές αυξήσεις σε βάθος χρόνου μέχρι τον Δεκέμβριο του 2017.

Κατόπιν αυτών η τριμελής Επιτροπή Συμμόρφωσης του Συμβουλίου της Επικρατείας με τις υπ΄ αριθμ. 18 – 21/2015 αποφάσεις της επισημαίνει ότι
με το νόμο 4307/2014 θεσπίζεται ιδιότυπο μισθολόγιο για τους ενστόλους.

Και αυτό γιατί αναπροσαρμοσμένες αποδοχές είναι «μεν ανώτερες εκείνων που ελάμβανε το στρατιωτικό προσωπικό υπό την ισχύ του αντισυνταγματικού νόμου 4093/2012, κυμαίνονται όμως σε επίπεδα κατώτερα εκείνων που είχαν διαμορφωθεί πριν την 1 Αυγούστου 2012».
Κατά την άποψη της τριμελούς επιτροπής του ΣτΕ οι ρυθμίσεις αυτές «συνιστούν πλημμελή συμμόρφωση» προς τις περσινές αποφάσεις της
Ολομέλειας του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου.

Αυτό επιβεβαιώνεται, μεταξύ των άλλων, από τον ίδιο το νόμο 4093/2012 που «προβλέπει μερική, κατά το ήμισυ περίπου, καταβολή», ενώ παράλληλα
αυτό προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση του εν λόγω νόμου, αλλά και από την συζήτηση στην Βουλή.

Τα γεγονότα αυτά, σημειώνει η επιτροπή, «επιτρέπουν και επιβάλλουν στον Συμβούλιο να διαγνώσει την μη συμμόρφωση, χωρίς να είναι ανάγκη να
εξετάσει την συνταγματικότητα του νόμου 4307/2014».

Κατόπιν όλων αυτών το ΣτΕ έκρινε ότι «συντρέχει επομένων νόμιμος λόγος προσδιορισμού ενός χρηματικού ποσού που πρέπει να καταβληθεί» στις
συνδικαλιστικές οργανώσεις.

Έτσι, η τριμελής Επιτροπή, «συνεκτιμώντας τις εν γένει συνθήκες της μη συμμορφώσεως προσδιορίζει το ποσό της κυρώσεως σε 50.000 ευρώ» για κάθε συνδικαλιστική οργάνωση που έχει προσφύγει στο ΣτΕ.

Παράλληλα, υπογραμμίζεται στις αποφάσεις ότι και μετά την επιβολή των χρηματικών κυρώσεων «παραμένει ακέραιη «η υποχρέωση της διοίκησης (σ.σ.: υπουργείο Οικονομικών) να συμμορφωθεί προς τις ακυρωτικές αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας».