Είμαστε εκεί, μαζί τους...

1 seismos italia

του Δημήτρη Καπράνου.

Έχω βάλει στο cd και ακούω το "Καρούζο", στην αξεπέραστη του εκτέλεση, με τον δημιουργό του, τον αξέχαστο Λούτσιο Ντάλα. Στα μάτια μου, τα χωριά τη Ιταλίας, της χώρας που κάθε Έλληνας θεωρεί "δική" του, της χώρας που ακόμα μιλάει ελληνικά, που έχει κρατήσει τα ελληνικά ονόματα στις μεγάλες της πόλεις. Σκέφτομαι πόσο άδικη είναι η φύση με εμάς, τους Νότιους, που μας έχει στείλει, αιώνες τώρα, τον Εγκέλαδο να μας συντροφεύει. Λες και ζήλεψε τον πολιτισμό μας, τα μνημεία μας, τα χωριά μας, την ύπαιθρό μας. Έστειλε πλάι στον Φειδία και τον Μικελάντζελο εκείνο τον άγριο Θεό, που στις μαύρες του, ταρακουνάει τη γη τη δική μας και των γειτόνων μας, αλλά κει στα ανατολικά, τη γη της όπου ακόμη σώζονται τα σημάδια του Ελληνικού, Ελληνιστικού και Ρωμαϊκού πολιτισμού, τον οποίο, μάταια, προσπαθούν να σφετεριστούν κάποιοι άσχετοι, παρεπιδημούντες και χωρίς Ιστορία.
Σκέφτομαι εκείνα τα χωριά, στην Ούμπρια, στην Καμπανία, στην Σικελία, στην Σαρδηνία, εκείνα τα μοναδικά κομμάτια τέχνης στις δαντέλες της Νάπολης, τα βράδια στο Αμάλφι, τα ηλιοβασιλέματα στη Σάντα Μαργκερίτα, να ψάχνουμε μετά μανίας τη μπίρα "Σαν Σουσί", λες και δεν υπήρχε άλλο παράγωγο του λυκίσκου σε όλο τον κόσμο!
Θυμάμαι εκείνες τις βόλτες στη Σιένα, στο Σαν Τζιμινιάνο, τον νυχτερινό περίπατο στο Πόντε Βέκιο, τα μονοπάτια στα χωριά της Σικελίας, όπου μέσα στα σπιτάκια, ξεπρόβαλλε, ξαφνικά, το παλατάκι του τοπικού "Ντον", αποδεκτό από όλους και ίσως το "καμάρι" τους. Γιατί, άραγε, να πληρώνει τη νύφη η Ιταλία και τα δικά μας τα μέρη; Τόσο πολύ τα ζηλεύουν οι γύρω και μας ματιάζουν;
Βλέπω τις εικόνες της καταστροφής στην τηλεόραση και θυμάμαι εκείνες τις θείες μουσικές, θυμάμαι να ψάχνω απελπισμένα στα τάστα της κιθάρας μου τα ακομπανιαμέντα του "Βολάρε", την αδερφή μου να ξενυχτάει στα "βραχέα" του ραδιοφώνου για ν' ακούσει αν ο Ντομένικο Μοντούνιο πήρε το βραβείο στο Σαν Ρέμο.
Κι αρότερα, φοιτητές, ο Γρηγόρης, ο Νίκος, ο Μανόλης, ο Πάρης, να δουλεύουμε ξημερώματα στη Λαχαναγορά, την ημέρα σε καθαριστήρια χαλιών και το βράδυ σερβιτόροι, για να μαζέψουμε λεφτά και να πάμε Σεπτέμβριο στην Ιταλία, με ωτοστόπ ως την Πάτρα κι έπειτα στην Ανκόνα με τα βαπόρια του Καραγεώργη!
Μας μάγευε η Ιταλία, οι άνθρωποι, η φύση, τα χωριά, η κουλτούρα, το ντύσιμο, η Σοφία Λορέν, ο Μαστρογιάνι, ο Φελίνι, ο Ντε Σίκα. Κοιτάζω τα χαλάσματα του Αματρίτσε και είμαι εκεί, κοντά τους, όπως ήμουνα (στ' αλήθεια) στη Θεσσαλονίκη, στον Βόλο, στην Πάτρα, στο Αίγιο, στις Σέρρες, στη Ρικομέξ...