Παίζοντας ποδόσφαιρο χωρίς διαιτητή σε μια αλάνα

του Γιώργου Λιγνού*

Για την κατάσταση στην Ελλάδα όλοι συμφωνούν πως πρέπει να αλλάξουν πολλά. Μόνο που από εκεί και πέρα ο καθένας ανάλογα με τα δικά του συμφέροντα, τις επιθυμίες ή τις ιδεοληψίες του δίνει διαφορετικό περιεχόμενο στη λέξη «πολλά».

Τα χρόνια των μνημονίων μας ζητήθηκε, με απότομο είναι αλήθεια τρόπο, να αφήσουμε πίσω κακές συνήθειες πολλών ετών. Μας το ζήτησαν αυτοί που μας δάνεισαν, φυσικά όχι με το αζημίωτο, γιατί κανείς δεν δανείζει χωρίς κάποιο όφελος, οικονομικό, προσωπικό ή πολιτικό. Μας το ζήτησε όμως και η δική μας πραγματικότητα.

Φυσικά εμείς προτιμάμε να θυμώνουμε με αυτούς που μας το ζήτησαν και ίσως το επέβαλαν – διότι μεταξύ άλλων τα χρήματα που μας δάνεισαν, ήταν των φορολογουμένων τους - και αρνούμαστε να δούμε τη δική μας πραγματικότητα που μας έφερε στο σημείο της αδιαπραγμάτευτης ανάγκης. Είναι ένας απόλυτα εξηγήσιμος μηχανισμός άρνησης και μετάθεσης.

Έτσι τώρα που το μνημόνιο είναι ανάμνηση, αντιδρούμε λες και όλα όσα αναγκαστήκαμε να ψηφίσουμε και να κάνουμε, τα κάναμε υπνωτισμένοι, λες και δεν είμασταν εμείς αλλά ένα άλλος εαυτός μας.

Χάρις το φοβερό δυστύχημα των Τεμπών ανακαλύψαμε ότι αλλάξαμε μεν πολλά, αλλά όχι αυτά που μας είχαν φέρει εκεί που βρεθήκαμε.

Δυστυχώς όμως αρνούμαστε και πάλι την πραγματικότητα.

Δικαιολογημένα υπάρχει πολύς πόνος στην κοινωνία. Κάποιοι όμως τον μετατρέπουν συστηματικά σε θυμό. Γιατί ο θυμός μεταθέτει την ευθύνη έξω από εμάς.

Γιατί η ατομική και η συλλογική ευθύνη είναι που μας ζορίζει. Για αυτό αρνούμαστε την ανάγκη ύπαρξης σοβαρών και ανεξάρτητων ελέγχων. Κατά τον ίδιο τρόπο που δεν μπορούμε να αντιληφθούμε την έννοια του κράτους σαν υπερκείμενου μηχανισμού. Και η φράση “Ναι, αλλά γιατί να εμπιστευτώ μια τέτοια διαδικασία” έρχεται και επανέρχεται.

Μεγάλο μέρος του προβλήματος σχετίζεται με τον δημόσιο τομέα, η στρεβλή λειτουργία του οποίου επηρεάζει και τον ιδιωτικό. Γνωρίζω όμως πως ισχυρές ιδεοληψίες και άνομες πρακτικές ισχυρών ομάδων, ασχέτως φυσικά του όγκου τους, είτε ανήκουν στον δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα αντιστρατεύονται κάθε προσπάθεια εξόδου από τον φαύλο κύκλο.

Το κράτος σαν έννοια και λειτουργία θα όφειλε να είναι πέρα και πάνω από τις όποιες διαμάχες συμφερόντων, οι δε πολιτικοί να μην ασχολούνται με την εξισορρόπηση με γνώμονα την παραμονή στην εξουσία. Φυσικά κάτι τέτοιο είναι ουτοπικό. Οι άνθρωποι είμαστε ατελή όντα.

Η επιδίωξη όμως μιας λειτουργικής κοινωνίας που δεν θα μας τρώει δυναμικό και πόρους, κρατώντας μας όμηρους δεν είναι ουτοπία κι ούτε προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιων ιδεατών κρατικών λειτουργών.

Αντίθετα προϋποθέτει εμείς οι ίδιοι να πάρουμε την ευθύνη του χώρου μας, στην δουλειά μας ή όπου αλλού βρισκόμαστε. Και αυτό, γιατί τότε μόνο η ιδέα του κράτους από το οποίο πάντα περιμένουμε αποκτά άμεσο περιεχόμενο.

Η αποδοχή του ελέγχου, της χρηστής διοίκησης και της αξιολόγησης είναι ένδειξη δημοκρατικής νοοτροπίας, αφού καταργεί την έννοια των κλειστών θυλάκων που προσπορίζονται οφέλη εις βάρος των πολλών. Επιπλέον δημιουργεί αυτό που εμφατικά απουσιάζει από το σύνολο σχεδόν ολόκληρου του δημόσιου τομέα: Κουλτούρα ευθύνης.

Αλλιώς είναι σαν να παίζουμε ποδόσφαιρο χωρίς διαιτητή σε μια αλάνα και θα συνεχίζουμε να κυκλοφορούμε με ματωμένα γόνατα.

*από τη metarithmisi.gr

eep logo