Μια ευρωπαϊκή αφήγηση της κρίσης

shmaies ee ellada synnefaτου Tάσου Τέλλογλου

Οταν τον Αύγουστο του 2012 ο Αντώνης Σαμαράς έκανε την πρώτη του επίσκεψη στο Βερολίνο ως πρωθυπουργός, η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ είπε μία φράση που έκτοτε δεν την επανέλαβε. Ούτε μία φορά: «Πρέπει να βρούμε μια κοινή αφήγηση για την κρίση στην Ευρωζώνη». Μου άρεσε να επαναλαμβάνω αυτήν τη φράση σε Γερμανούς πολιτικούς, διπλωμάτες και δημοσιογράφους, αλλά η πλειοψηφία τους αντέτεινε ότι δεν φταίει η αφήγηση που δεν συμφωνούσαμε, αλλά η έλλειψη κοινής αντίληψης για το πρόβλημα: το πρόβλημα και όχι η παρουσίασή του είναι εκείνο που μας χωρίζει.

Πίστευα πως έχουν δίκιο μέχρι τον περασμένο Μάρτιο. Τότε, με τον παροξυσμό της ελληνικής κρίσης, είδα ξανά την αξία της «αφήγησης», που προέκυπτε μέσα από μια πραγματική σύγκρουση για τα αίτια της ελληνικής κρίσης. Για να υπάρξει αυτή η αφήγηση, χρειάζεται κανείς να μετακινηθεί από τις θέσεις της κυβέρνησής του μπαίνοντας στη θέση των άλλων. Αυτό περιγράφει ο μέχρι πρότινος ανταποκριτής του Spiegel Κρίστοφ Σουλτ σε ένα εξαιρετικό σημείωμα-απολογισμό των 5 χρόνων που κάλυπτε τους ευρωπαϊκούς θεσμούς ως ανταποκριτής στις Βρυξέλλες.

Ο Σουλτ γράφει ότι οι κατ’ ιδίαν συζητήσεις της Μέρκελ με δημοσιογράφους διεκόπησαν δύο μήνες πριν από το ραντεβού της με τον Σαμαρά στο Βερολίνο, όταν οι Ραχόι και Μόντι, συνεννοημένοι, κατάφεραν να αποσπάσουν μία απόφαση από τη σύνοδο κορυφής που ισοδυναμούσε με ήττα της Γερμανίας, καθώς προέβλεπε χρηματοδότηση από τον ΕΜΣ χωρίς αυστηρούς όρους. «Από τότε», γράφει ο Σουλτ, «δεν εξηγούσε, ανακοίνωνε». Στη διπλανή αίθουσα έκανε το ίδιο ο Γάλλος πρόεδρος, και, αν αποφάσιζε κανείς να συγκρίνει τα όσα οι δυο τους είχαν πει, έμοιαζε σαν να βρίσκονταν σε διαφορετικές συνόδους κορυφής. Ετσι εκείνη (η Μέρκελ), που ορκίζεται στην ανάγκη μιας κοινής παρουσίασης, ξαναγυρίζει στην «εθνική αλήθεια» για την κρίση αποκρύπτοντας, για παράδειγμα, τη διάσταση του μη βιώσιμου χρέους ή μειώνοντας τη σημασία της θεσμικής ελειμματικότητας της Ε.Ε.

Το ίδιο ακριβώς κάνουν οι εκπρόσωποι της ελληνικής κυβέρνησης όταν αναφέρονται στη «θέληση του ελληνικού λαού, όπως εκφράστηκε στις εκλογές» (λες και οι άλλοι ευρωπαϊκοί λαοί δεν εκφράστηκαν) ή στις κοινωνικές ιδιομορφίες της χώρας.

Και όμως οι τελευταίοι μήνες έδωσαν πολλές αφορμές για τη δημιουργία μιας κοινής αφήγησης: αποκτήσαμε πλήρη πρόσβαση στα έγγραφα της διαπραγμάτευσης, χάρη στις συζητήσεις ξένων κοινοβουλίων και στην ανακοίνωση σε αυτά των εγγράφων της ελληνικής κυβέρνησης και των θεσμών (π.χ. ολλανδικό Κοινοβούλιο). Ακούσαμε τη συνεδρίαση του ελληνικού Κοινοβουλίου να μεταδίδεται σε σύγχρονη μετάφραση από γερμανικό κρατικό κανάλι και είδαμε τη συνεδρίαση της Μπούντεσταγκ να μεταδίδεται ζωντανή από ελληνικούς ιστότοπους. Οι συνεντεύξεις του Γ. Βαρουφάκη στην Ελλάδα μεταδόθηκαν υποτιτλισμένες στο εξωτερικό και οι δηλώσεις του Β. Σόιμπλε σχεδόν σε πραγματικό χρόνο στην Ελλάδα. Δημιούργησαν όλα αυτά μια κοινή αφήγηση; Ασφαλώς όχι, καθώς αξίες, πολιτιστικά πρότυπα και λειτουργία των θεσμών είναι διαφορετικά σε κάθε χώρα της Ευρωζώνης. Ομως ταυτόχρονα οι τελευταίοι 4-5 μήνες με την ένταση της παρακολούθησης άλλων «εθνικών αφηγήσεων» άφησαν πολύ μικρότερα περιθώρια για την επικράτηση της μιας «εθνικής αφήγησης», όπως γινόταν μέχρι τώρα.