Ελλάδα, ενέργεια και θάλασσα!

του Ραφαήλ Μωυσή*

Υπάρχει μια δραστηριότητα που συμβάλλει στην άμβλυνση των συνεπειών της τωρινής ενεργειακής κρίσης και σε αυτήν η Ελλάδα διαδραματίζει ρόλο πρωταγωνιστικό. Η δραστηριότητα αναπτύσσεται στον χώρο όπου αναδεικνύεται πάντα το μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα του ελληνικού επιχειρηματικού δαιμονίου, δηλαδή στη θάλασσα.Αναφέρομαι στην επιστράτευση πλωτών μέσων για την εξασφάλιση επάρκειας στην παροχή φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Ειδικά στη χώρα μας, ο σταθμός παραλαβής, αποθήκευσης και εξαέρωσης υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στη Ρεβυθούσα, αυτό το σημαντικό στοιχείο ενεργειακής υποδομής, του οποίου είχα παλαιότερα την τύχη να συμβάλω στον διπλασιασμό του δυναμικού του, ενισχύεται τώρα από πλωτά πλοία αποθήκευσης (FSU-floating storage units). Παράλληλα, στην Αλεξανδρούπολη και ίσως και αλλού εγκαθίστανται πλοία, τα οποία αποθηκεύουν και εξαερώνουν το υγροποιημένο φυσικό αέριο (FSRU-floating storage and regasification units). Επιστρατεύονται τα πλωτά μέσα επειδή είναι πιο ευέλικτα και γίνονται διαθέσιμα σε λιγότερο χρόνο από αυτόν που απαιτείται για την κατασκευή επίγειων εγκαταστάσεων.

Βασικός στόχος της ευρωπαϊκής και της δικής μας ενεργειακής στρατηγικής είναι η μετάβαση σε ένα σύστημα στο οποίο θα κυριαρχούν οι ανεξάντλητες πηγές ενέργειας, οι γνωστές ως ΑΠΕ. Το φυσικό αέριο αποτελεί μια πρωτογενή πηγή που έρχεται να καλύψει τις ανάγκες ηλεκτροπαραγωγής, όταν οι ΑΠΕ δεν είναι διαθέσιμες, όταν δηλαδή δεν υπάρχει ηλιοφάνεια και δεν φυσάει ο άνεμος. Είναι συνεπώς μια πηγή που είναι σήμερα εξαιρετικά σημαντική, αλλά μια πηγή της οποίας η χρησιμότητα έχει ημερομηνία λήξης. Με την ανάπτυξη συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας, με τη δημιουργία ισχυρών και «έξυπνων» ηλεκτρικών διασυνδέσεων και με την παραγωγή πράσινων συνθετικών καυσίμων, το ποσοστό των συνολικών ενεργειακών αναγκών που θα εξασφαλίζουν οι ΑΠΕ θα αυξάνεται συνεχώς και θα φθάσει να τις καλύπτει σχεδόν στο σύνολό τους. Ετσι, η χρησιμοποίηση του φυσικού αερίου, το οποίο, μην ξεχνάμε, είναι πάντα μια πηγή εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου, πρέπει αργά ή γρήγορα να λήξει.

Υπογραμμίζω τη λέξη σχεδόν, επειδή είναι επίσης σχεδόν βέβαιο ότι οι καθαρές πηγές με τη στοχαστικότητά τους δεν θα μπορέσουν ποτέ να καλύψουν το 100% των παγκόσμιων ενεργειακών αναγκών. Η χρησιμοποίηση λοιπόν μιας πρωτογενούς ενεργειακής πηγής που είναι συνεχώς διαθέσιμη και δεν εκπέμπει αέρια του θερμοκηπίου, κρίνεται ως μακροχρονίως απαραίτητη.

Η μόνη διαθέσιμη με αυτά τα χαρακτηριστικά πηγή είναι σήμερα η πυρηνική και πολλές χώρες επιλέγουν την ενέργεια που παράγεται από πυρηνικούς αντιδραστήρες ως συμπληρωματική των ΑΠΕ. Ετσι, η χρησιμοποίηση της πυρηνικής ενέργειας αυξάνεται σταθερά, με περίπου 55 αντιδραστήρες να βρίσκονται υπό κατασκευή σε διάφορες χώρες και ανάμεσά τους περιλαμβάνεται, ως γνωστόν, και η γειτονική μας Τουρκία.

Ενώ αλλού συμβαίνουν αυτά, τι γίνεται στην Ελλάδα; Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, με την ευθυκρισία που τον χαρακτηρίζει, δηλώνει «πεπεισμένος ότι δεν μπορούμε συνολικά ως Ευρωπαϊκή Ενωση να πετύχουμε τους κλιματικούς μας στόχους χωρίς και πυρηνική ενέργεια», δηλώνει όμως ταυτόχρονα ότι «η Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να αποκτήσει πυρηνική ενέργεια» και ως κύριο λόγο επικαλείται το γεγονός ότι η θέση αυτή «απηχεί τη συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας».

Είναι ακριβής η εκτίμηση του πρωθυπουργού περί της αρνητικής τοποθέτησης της πλειονότητας της ελληνικής κοινωνίας εναντίον των πυρηνικών αντιδραστήρων και πολιτικά κατανοητή η επιθυμία του να μην τη δυσαρεστήσει. Είναι όμως σωστό να αποκλείουμε από το ελληνικό ενεργειακό μείγμα μια πηγή προς την οποία τόσοι άλλοι στρέφονται; Δεν θα έπρεπε τουλάχιστον να την εξετάσουμε σοβαρά; Είναι λογικό να προσδιορίζεται το ενεργειακό μέλλον της χώρας από μια έμμονη ιδέα;

Αφού δεν θέλουμε πυρηνικό εργοστάσιο στην ελληνική γη, μήπως μπορούμε να στραφούμε προς έναν πλωτό πυρηνικό σταθμό ηλεκτροπαραγωγής;

Αναζητώντας απαλλαγή από την έμμονη ιδέα, θυμήθηκα τη Γαλλία, τη χώρα όπου η πυρηνική ενέργεια αποτελεί την κύρια ενεργειακή πηγή. Είχα παλαιότερα ρωτήσει αρμόδιους Γάλλους, πώς είχαν καταφέρει τον γαλλικό λαό να αγκαλιάσει αυτή την αλλού τόσο αμφιλεγόμενη βιομηχανική δραστηριότητα. Και μου εξήγησαν: «Επιστρατεύσαμε τη γαλλική εθνικοφροσύνη. Θυμίσαμε στον λαό, ότι η ατομική ενέργεια είναι αποτέλεσμα δικής μας επιστήμης, των ανακαλύψεων του ζεύγους Μαρί και Πιερ Κιουρί».

Μήπως λοιπόν μπορούμε να κάνουμε κάτι ανάλογο; Αφού δεν θέλουμε πυρηνικό εργοστάσιο στην ελληνική γη, μήπως μπορούμε να επιστρατεύσουμε την οικειότητά μας με τη θάλασσα, τον χώρο που πάντα μας γεμίζει με εθνική υπερηφάνεια και να στραφούμε προς έναν πλωτό πυρηνικό σταθμό ηλεκτροπαραγωγής;

Δεν είναι καινούργια σκέψη οι πλωτοί πυρηνικοί αντιδραστήρες. Υπήρξε ενδιαφέρον από το αμερικανικό πολεμικό ναυτικό ήδη από τη δεκαετία του 1960 και ένας αντιδραστήρας ηλεκτροπαραγωγής τοποθετήθηκε σε παροπλισμένο πολεμικό πλοίο Liberty. Δεν υπήρξε τότε ανάπτυξη της τεχνολογίας, για οικονομικούς κυρίως λόγους, αλλά τώρα μπαίνει στον τομέα η Ρωσία και μια φορτηγίδα με το όνομα «Lomonosov» λειτουργεί ήδη ως ο πρώτος ρωσικός πλωτός πυρηνικός σταθμός. Ακολουθεί η Κίνα, με κινεζικών όπως πάντα διαστάσεων σχετικό πρόγραμμα.

Αν οι Ελληνες εφοπλιστές ενδιαφερθούν, ο ανταγωνισμός δεν θα τους πτοήσει. Κατέχουν ήδη τον ακριβότερο στόλο πλοίων μεταφοράς LNG και ορισμένοι Ελληνες πλοιοκτήτες έχουν εισέλθει δυναμικά στην αγορά των πλωτών μονάδων FSU και FSRU. Μήπως λοιπόν και οι πλωτοί πυρηνικοί αντιδραστήρες θα μπορούσαν να προστεθούν στα επιχειρηματικά τους ενδιαφέροντα; Ενα από τα ελληνικά ναυπηγεία θα μπορούσε να εξελιχθεί σε χώρο, όχι μόνο κατασκευής αλλά και σε κέντρο έρευνας και εφαρμογής πλωτής πυρηνικής τεχνολογίας.

Και η Ελλάδα θα αποκτούσε σε αυτόν τον τομέα, όχι μόνο επιχειρηματική αλλά και τεχνολογική πρωτοκαθεδρία.

* Ο κ. Ραφαήλ Μωυσής υπήρξε πρόεδρος του Συμβουλίου Εθνικής Ενεργειακής Στρατηγικής.
* Άρθρο στην kathimerini.gr

eep logo