Υπάρχουν περιπτώσεις που μια ισοπαλία μπορεί να είναι ωφέλιμη και τις δυο ομάδες. Ισως το πιο ανούσιο παιχνίδι που έχω δει ήταν ένα ματς Εθνικού – Απόλλωνα, στην δεκαετία του ’80 στο «Γ. Καραισκάκης». Οι αμυντικοί έδιωχναν την μπάλα, οι αντίπαλοι την επέστρεφαν με την μια, οι τερματοφύλακες σχεδόν δεν την ακούμπησαν και μόλις στο 90’ το αριστερό μπακ του Εθνικού έκανε μια τρελή κούρσα μέχρι το σημαιάκι του κόρνερ. Κάπου εκεί σφύριξε την λήξη ο διαιτητής, πήρε την ταλαιπωρημένη μπάλα για ενθύμιο του πιο βαρετού στησίματος και με τον ένα βαθμό που πήρε κάθε ομάδα από το 0-0 του αγώνα
οι παίκτες πήγαν στα αποδυτήρια αγκαλιασμένοι και χαρούμενοι. Ήταν η τελευταία αγωνιστική, σώθηκαν και οι δύο ομάδες κι ένα υπέροχο καλοκαίρι ανοιγόταν μπροστά τους.
Στην πολιτική δεν υπάρχουν ισοπαλίες. Όχι μόνο γιατί είναι θεωρητικά απίθανο να υπάρξει ισοψηφία, αλλά γιατί κάποιος κερδίζει με τον πολιτικό του λόγο. Πέφτουν στοιχήματα για την εκλογή της Κυριακής στη ΝΔ. Μάλιστα δεν είναι λίγοι εκείνοι που προβλέπουν ότι θα έχουμε ένα οριακό αποτέλεσμα. Θα είναι μια άχρηστη ισοπαλία, αφού ένα διχασμένο κόμμα δεν μπορεί να εμπνεύσει τους φίλους του και μια οριακή νίκη δύσκολα μπορεί να την διαχειριστεί ο όποιος νικητής.
Βέβαια όπως στη ζωή, έτσι και στην πολιτική υπάρχει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Συνήθως η πλειοψηφία «πάει» όχι σ’ εκείνον που βρίσκεται πιο κοντά της ιδεολογικά, αλλά σ’ εκείνον που μπορεί να την κάνει να πιστέψει ότι υπάρχουν πιθανότητες νίκης.
Αυτό είναι το όπλο του Κυριάκου. Αφού ο Μειμαράκης δεν είναι Λίνκολ, που έγινε πρόεδρος των ΗΠΑ, αφού προηγουμένως είχε αποτύχει να εκλεγεί κατά σειρά δημοτικός σύμβουλος, βουλευτής και γερουσιαστής, η κοινή λογική λέει πως έχει χάσει την ευκαιρία του.
Βέβαια κι ο Αλέφαντος είχε στον πάγκο του Ολυμπιακού περισσότερες από μια ευκαιρίες. Η ιστορία όμως λέει πως όποτε ο Κόκκαλης του ανέθετε την ευθύνη της τεχνικής ηγεσίας στον Παναθηναικό έκαναν πάρτυ.
Αναγνώστης Κέντρος