Ε.Β.Ε.Π.: Κίνδυνος για την ελληνική αγορά από την κλιμάκωση προπληρωμής παραγγελιών

evep


Με υπόμνημά του ο Β.Κορκίδης, Πρόεδρος του ΕΒΕΠ και της ΕΣΕΕ, τονίζει την αβεβαιότητα και τους κινδύνους που εγκυμονούνται για τις ελληνικές εισαγωγικές επιχειρήσεις, αλλά και για την επάρκεια αγαθών στην αγορά, από την επανάληψη διακοπής των πιστώσεων και τη απαίτηση προπληρωμών πολλών οίκων του εξωτερικού. Υπογραμμίζει δε ότι «η άρση εμπιστοσύνης προς την ελληνική αγορά και η επιστροφή στο καλοκαίρι του 2012 πρέπει οπωσδήποτε να αποφευχθεί».
Ακολουθεί η δήλωση του Βασίλη Κορκίδη:


«Σε αχαρτογράφητα νερά εισέρχεται πλέον το ελληνικό εμπόριο με την απόφαση πολλών οίκων του εξωτερικού να ξαναδιακόψουν την πίστωση προς τις ελληνικές εισαγωγικές επιχειρήσεις και να επανέλθουν σε απαιτήσεις προπληρωμών και πλήρους κάλυψης με έκδοση τραπεζικών εγγυήσεων.
Οι επιχειρήσεις του εξωτερικού προσπαθούν να δικαιολογήσουν την απόφασή τους, στη μεγάλη αβεβαιότητα, που προκαλεί η έλλειψη ρευστότητας στην ελληνική αγορά, καθώς και στην επιστροφή της αμφισβήτησης για τη παραμονή της χώρας μας στην Ευρωζώνη, ενώ υπόσχονται να επανεξετάσουν τη θέση τους, μόλις η κατάσταση βελτιωθεί μετά την οριστική επίτευξη συμφωνίας με τους Ευρωπαίους εταίρους μας.
Σύμφωνα με τους διεθνείς τρόπους πληρωμής και ελέγχου πιστωτικού κινδύνου INCOTERMS 2010 η Εγγυητική Τραπέζης B/G, η Ενέγγυα Πίστωση L/C, καθώς και η ασφάλιση πιστώσεων και κινδύνου θεωρούνται αναπόσπαστα τμήματα των εμπορικών συμβολαίων, αφού διασφαλίζουν την ομαλή διεξαγωγή της συναλλαγής. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ακόμα και σε περίπτωση υψηλού ρίσκου, χωρίς την απαίτηση προπληρωμής της εισαγωγής από τον αγοραστή, παρέχεται η εγγύηση, πως ακόμη και αν η επιχείρηση, που έχει παραγγείλει το προϊόν δεν κατορθώσει για κάποιο λόγο (πτώχευση, έλλειψη ρευστότητας και άλλα ατυχήματα) να το αποπληρώσει, η τράπεζα που την έχει εκδώσει, αναλαμβάνει να εξοφλήσει τον πωλητή.
Η ουσία πάντως είναι πως με τη καθημερινή κλιμάκωση της απαίτησης προπληρωμής των ελληνικών παραγγελιών, οι εισαγωγές πρώτων υλών, μηχανημάτων και γενικότερα των εμπορευμάτων καθίστανται εξαιρετικά δυσχερείς, αφού οι εισαγωγείς θα πρέπει να προεξοφλούν εις ολόκληρο και μάλιστα τοις μετρητοίς, τις παραγγελίες τους. Η εξέλιξη αυτή για το εμπόριο, αλλά και για την εγχώρια βιομηχανία και μεταποίηση είναι εξαιρετικά ανησυχητική.
Η αξία των εισαγωγών αγαθών στη χώρα μας το 2013 ήταν €46,2 δις και 46,7 δισ. ευρώ το 2014, ενώ με τη διακοπή των πιστώσεων εκτιμάται, πως θα απαιτηθούν περίπου 4-5 δις ευρώ ρευστό, για την προμήθεια της ελληνικής αγοράς με πρώτες ύλες και άλλα αγαθά. Εάν μάλιστα συνεχιστεί ένα τετράμηνο αυτή η κατάσταση, τότε αναμένονται αυξήσεις σε βιομηχανικά προϊόντα, καύσιμα, τρόφιμα, φάρμακα, λιπάσματα και πρώτες ύλες, ενώ ο κίνδυνος ελλείψεων στην εγχώρια αγορά, είναι ορατός.
Δεν θα πρέπει επίσης, να διαφύγει της προσοχής μας, πως το τελευταίο διάστημα έχει περιοριστεί η χορήγηση εγγυητικών επιστολών από τις ελληνικές τράπεζες, ενώ πολλές φορές οι προμηθευτές του εξωτερικού λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης, απαιτούν εγγυητικές ξένων τραπεζών.
Το ερώτημα που καλείται να απαντήσει κάθε εισαγωγέας, είναι για πόσο καιρό θα διενεργούνται με αυτό τον τρόπο πληρωμής οι εισαγωγές. Εκτιμάται ότι, περί τις 200.000 μικροεισαγωγικές επιχειρήσεις αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στις νέες οικονομικές απαιτήσεις, εξαιτίας αφενός, λόγω έλλειψης ρευστότητας και αδυναμίας έκδοσης "ακριβών" εγγυητικών επιστολών και αφετέρου εξαιτίας της μείωσης των ορίων ασφάλισης των πιστώσεων από το εξωτερικό. Κάτι τέτοιο θα αναγκάσει τις ελληνικές εταιρίες να «σπάσουν» τις παραγγελίες τους σε μικρότερης αξίας, με αποτέλεσμα να αυξάνεται το κόστος των εμπορευμάτων από τα μεταφορικά έξοδα.
Σ’ αυτό το δυσμενές περιβάλλον, έρχεται να προστεθεί η έλλειψη χρηματοδότησης των εγχώριων εμπορικών επιχειρήσεων από τις ελληνικές τράπεζες με την ετήσια μεταβολή της επιχειρηματικής χρηματοδότησης να συνεχίζει μειούμενη για 4ο χρόνο, με αδιάλειπτη αρνητική πιστωτική επέκταση επί 50 μήνες.
Κάποιες ελπίδες, τέλος, για διαλλακτικότητα από την πλευρά των προμηθευτών στην πραγματικότητα διαψεύδονται, αφού οι οίκοι του εξωτερικού, που δεν ζητούν προέμβασμα από τους Έλληνες εισαγωγείς δίνουν σκόπιμα διπλάσιους και τριπλάσιους του συνήθους χρόνου εκτέλεσης των παραγγελιών, ενώ αρκετοί, με ευγενικές επιστολές, ζητούν την αναστολή της συνεργασίας τους με ελληνικές επιχειρήσεις μέχρι να βελτιωθεί η οικονομική κατάσταση και να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Η άρση εμπιστοσύνης προς την ελληνική αγορά και η επιστροφή στο καλοκαίρι του 2012 πρέπει οπωσδήποτε να αποφευχθεί.
Από την 1η Ιανουαρίου 2015 μόνο ιδιωτικές ασφαλιστικές επιχειρήσεις έχουν πλέον αναλάβει την πλήρη κάλυψη της ασφάλισης βραχυπρόθεσμων εξαγωγικών πιστώσεων από την Γερμανία προς την Ελλάδα. Το ομοσπονδιακό υπουργείο Οικονομίας και Ενέργειας της Γερμανίας, κατόπιν πρωτοβουλίας του ιδιωτικού τομέα, ανακοίνωσε στις αρχές Δεκεμβρίου του 2014 την πρόθεσή του καταργήσει από 1ης Ιανουαρίου 2015 την ειδική ρύθμιση, που ίσχυε για την Ελλάδα έως τις 31.12.2014 (ισχύς από τον Απρίλιο του 2012) και η οποία προέβλεπε την παροχή πλήρους κάλυψης της ασφάλισης βραχυπρόθεσμων εξαγωγικών πιστώσεων με κρατικές εγγυήσεις του γερμανικού Δημοσίου.
Πιο συγκεκριμένα, οι ιδιωτικές ασφαλιστικές επιχειρήσεις δήλωσαν έτοιμες να αναλάβουν πέραν των βραχυπρόθεσμων εγγυήσεων και με περίοδο αναφοράς την1η Ιανουαρίου 2015, επί πλέον και τις εκκρεμούσες βραχυπρόθεσμες κρατικές εγγυήσεις. Σύμφωνα με γερμανούς αξιωματούχους, οι κρατικές εγγυήσεις HERMES αποδείχθηκαν ιδιαίτερα σημαντικές για τους γερμανούς εξαγωγείς, ενώ εξίσου θετική ένδειξη αποτελεί και η πρόθεση των ιδιωτικών ασφαλιστικών επιχειρήσεων να καλύπτουν εφεξής τον κίνδυνο των γερμανικών εξαγωγών που κατευθύνονται στην Ελλάδα. Παράλληλα, διευκρινίστηκε πως ο λόγος διακοπής χορήγησης κρατικών εγγυήσεων δεν οφείλεται σε πολιτικούς λόγους αλλά αποκλειστικά και μόνο σε καθαρά τεχνοκρατικής φύσεως κριτήρια.
Όλη αυτή η κατάσταση σαφώς και ευνοεί τις θυγατρικές πολυεθνικών και τα παραρτήματα τους στην Ελλάδα, δημιουργώντας άνισους όρους ανταγωνισμού.
Συνεπώς, για την εγχώρια μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, οι κυβερνητικοί χειρισμοί με τους δανειστές, είναι αυτοί που μπορούν άμεσα να συμβάλλουν σημαντικά στην εμπέδωση κλίματος ασφάλειας και εμπιστοσύνης των ξένων στην ελληνική αγορά, προϋποθέσεις απαραίτητες για την επαναφορά του ελληνικού εμπορίου σε φυσιολογικούς ρυθμούς και διαδικασίες.